|
ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ
Θεμελιωτές μιας νέας όρασης του αντικειμενικού κόσμου
Από την Έφη Στρούζα
Οι βασικές αρχές των νεο-ιμπεριαλιστών και των συμβολιστών, που από τα τέλη του 19ου αιώνα δίνουν έμφαση στην εκφραστικότητα της δομής της γραμμής, του φωτός και του χρώματος, θα βρουν αντίθετα μεγάλη απήχηση στην ευαισθησία του Έλληνα καλλιτέχνη. Η υπογράμμιση αυτών των βασικών συνθετικών στοιχείων του πίνακα, απαλλαγμένη από την κυριαρχία της θεματικής και φιλολογικής σημασίας, περιγράφουν το χώρο και το αντικείμενο σα μια συγκεκριμένη οντότητα, μεταφερμένη όμως σ’ ένα αφηρημένο επίπεδο. Αυτή η μεταφορά δεν είναι ξένη για τον Έλληνα ζωγράφο, γαλουχημένο με την εικόνα της βυζαντινής τέχνης, από τη μια πλευρά, και από την άλλη, εκτεθειμένο στη φυσική πραγματικότητα στη φυσική πραγματικότητα του ελληνικού τοπίου, όπου το φως μετατρέπει τον όγκο σε σχήμα.
Με την στροφή του αιώνα, η ελληνική ζωγραφική θα εμπλουτιστεί με μια ακόμη μορφή που θ’ αφήσει έντονο το στίγμα της, τον Κωνσταντίνο Παρθένη. Μεταφέρει στην Ελλάδα, ήδη από τις αρχές του αιώνα, μια εντελώς διαφορετική οπτική στην απόδοση της μορφής και του χώρου. Η επιπεδότητα και οι σχεδόν μονοχρωματικές του συνθέσεις, τις οποίες πετυχαίνει με τονικές διαβαθμίσεις μεγάλης μαεστρίας, ανοίγουν ένα κεφάλαιο της ελληνικής ζωγραφικής, που θα θέσει τα θεμέλια για μια ανανεωμένη όραση του καλλιτέχνη. Η καλλιτεχνική παραγωγή που θα ακολουθήσει τις επόμενες δεκαετίες, ενισχυμένη από το μεγάλο δάσκαλο Παρθένη και από άλλες σύγχρονές του σημαντικές μορφές, τον Κωνσταντίνο Μαλέα, τον Μιχαήλ Οικονόμου, τον Σπύρο Παπαλουκά, θα δώσει τα φώτα σε πολλές επόμενες γενιές. Παράλληλα, από τη δεύτερη δεκαετία του εικοστού αιώνα, ένα άλλο μεμονωμένο πνεύμα βαθιάς δημιουργικότητας, ο Γιώργος Μπουζιάνης, αποκαλύπτει μια εντελώς διαφορετική πτυχή της ζωγραφικής, που έχει κάνει με τη διείσδυση μέσα στο φαινομενικό κόσμο, με τη διάλυση της αντικειμενικής όρασης μέσω της έκφρασης του ατομικού ψυχισμού. Το έργο του μπορεί να θεωρηθεί ένας ακρογωνιαίος λίθος στο χτίσιμο της ιστορίας της ελληνικής τέχνης και η επίδρασή του μπορεί να θεωρηθεί ως μια από τις οξύτερες, καθώς η προέκτασή της ξαναβρίσκεται σε πολλές εκδοχές του αφηρημένου εξπρεσιονισμού, αλλά και της αφαιρετικής παραστατικής ζωγραφικής, τάσεις που απορρόφησαν μεγάλη ενέργεια του καλλιτεχνικού δυναμικού από τη δεκαετία του ’50 έως και του ’80.
Τα βασικά θεμέλια της μοντέρνας τέχνης στην Ελλάδα χτίζονται, σε χρονολογική σειρά αξιολόγησης, από αυτές τις φυσιογνωμίες. Το έργο τους εισχωρεί μέσα στο χώρο μιας διπλής διαλεκτικής, τόσο με το μοντέρνο πνεύμα όσο και με την αναζήτηση της ιδιαιτερότητας της προσωπικής τους γραφής και ταυτότητας. Για τον Παρθένη, ήταν ένας υπερβατικός χώρος. Για τον Μπουζιάνη, η αυθεντική ταυτότητα αντικατοπτριζόταν στο βαθύτερο ψυχισμό του ατόμου, στην αχαλίνωτη έκφραση μιας διεισδυτικής όρασης. Μέσα στα πλαίσια αναζήτησης του τρόπου διατύπωσης της αυθεντικής ταυτότητας του καλλιτέχνη και του πνευματικού ανθρώπου, ο μη-χώρος του Παρθένη συναντάται, στην ουσία, με τον εσωτερικό χώρο που διανοίγει ο Μπουζιάνης, στο σημείο που και οι δύο θέλησαν να κοιτάξουν πιο μακριά από τον καθαρά αντικειμενικό κόσμο.
|
|
|